Θεσσαλοί κτηνοτρόφοι: Βαρύ το φορτίο του κόστους παραγωγής – "Πληγή" οι ζωοτροφές
Σε δύσκολα μονοπάτια συνεχίζει να βαδίζει η ελληνική κτηνοτροφία, με την «πληγή» του αυξημένου κόστους παραγωγής να παραμένει …αγιάτρευτη.
Από το 2021, όταν ξεκίνησαν τα προβλήματα στην ελληνική κτηνοτροφία από την εκτόξευση του κόστους παραγωγής (ενέργεια, ζωοτροφές, εργατικά χέρια) μέχρι και σήμερα οι παραγωγοί προσπαθούν να αντιμετωπίσουν την όλη κατάσταση, αν και ένα μεγάλο μέρος αυτών «γονάτισαν» από το ασύμφορο κόστος. Χαρακτηριστικό είναι ότι όλο και περισσότεροι κτηνοτρόφοι αναγκάστηκαν να οδηγήσουν τα κοπάδια τους στα σφαγεία, καθώς δεν μπορούσαν να τα ταΐσουν ή ακόμα και να εγκαταλείψουν τις εκμεταλλεύσεις.
Τα στοιχεία για το τι μέλλει γενέσθαι είναι αποκαλυπτικά: Με δεδομένου ότι οι ζωοτροφές μαζί με τα κτηνιατρικά φάρμακα αποτελούν το 75% του κόστους στην κτηνοτροφία, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία, ο δείκτης τιμών σύνθετων ζωοτροφών αυξήθηκε κατά 33% από το 2020 έως το τρίτο τρίμηνο του 2023.
Ξανά ανηφορικός ο δρόμος, λένε οι κτηνοτρόφοι
«Υπήρξε μια σταθεροποίηση στις τιμές των ζωοτροφών μέχρι το Πάσχα, η οποία μας έδωσε μια ανάσα σε ότι αφορά το κόστος παραγωγής. Δυστυχώς όμως από τον Μάϊο μέχρι και σήμερα βαδίζουμε πάλι στο δρόμο με τις ανηφορικές τιμές», λέει στον ΟΤ ο πρόεδρος της Ομοσπονδίας Κτηνοτρόφων Θεσσαλίας, Δημήτρης Μπαλούκας.
Για τον ίδιο, οι αυξημένες διεθνείς τιμές, το ενεργειακό κόστος, αλλά και η παρατεταμένη ξηρασία τόσο στη χώρα μας όσο και στις μεγάλες παραγωγικές χώρες αποτελούν τους κύριους λόγους που συμβάλλουν στην αύξηση των τιμών των ζωοτροφών. «Για παράδειγμα, αγοράζουμε αυτή τη στιγμή το τριφύλλι, που αποτελεί το 70% της διατροφής των ζώων μας, περίπου κατά 10% με 15% αυξημένο σε σχέση με λίγους μήνες πριν. Η τιμή αυτή την στιγμή κυμαίνεται στα 0,25 ευρώ/κιλό έως 0,30 ευρώ/κιλό από 0,22 ευρώ/κιλό το προηγούμενο διάστημα».
«Για τους κτηνοτρόφους σε διάφορες περιοχές της χώρας, τα κόστη είναι δυσβάσταχτα και για να μπορέσουν να ανταπεξέλθουν θα πρέπει να πουλήσουν τα προϊόντα τους και σε υψηλότερες τιμές», επισημαίνει ο κ. Μπαλούκας.
Εγκαταλείπουν οι κτηνοτρόφοι
Στις ακριβές ζωοτροφές, έρχονται να προστεθούν και τα αρδευτικά έξοδα για το πότισμα των καλλιεργειών, τα οποία είναι αυξημένα, όπως είπε στον ΟΤ ο τεχνικός σύμβουλος του Συνδέσμου Ελληνικής Κτηνοτροφίας (ΣΕΚ) Θωμάς Μόσχος, κατά 20%.
«Φέτος η παραγωγή τριφυλλιού ήταν μειωμένη. Πέρσι χάσαμε το “πρώτο χέρι” λόγω των βροχών και φέτος λόγω της ανομβρίας. Οπότε η μειωμένη παραγωγή φέρνει και αύξηση της τιμής», εξηγεί ο κ. Μόσχος.
Το κόστος για τον κτηνοτρόφο, όπως μας λέει ο κ. Μόσχος, παραμένει δυσβάσταχτο. «Δεν ξέρουμε πόσοι θα μείνουμε στις εκμεταλλεύσεις μας μέχρι του χρόνου. Πέρσι στην περιοχή μας, την Καστοριά, περίπου 30% των κτηνοτρόφων έφυγε, ενώ φέτος είδαμε σχεδόν το 15% να αποχωρεί. Και αυτό δεν οφείλεται μόνο στο κόστος παραγωγής, αλλά στην όλη κατάσταση που επικρατεί».
Για να αντιστραφεί το κλίμα, όπως τόνισε στον ΟΤ, «χρειαζόμαστε μια καλά σχεδιασμένη αγροτική πολιτική με όραμα και επένδυση στην πρωτογενή παραγωγή. Για παράδειγμα η Ολλανδία, που είναι μικρότερη από την Ελλάδα παράγει ΑΕΠ 91 δισ. ευρώ αγροτική παραγωγή, ενώ η Ελλάδα παράγει σχεδόν 8 δισ. ευρώ».
Έρευνα για αθέμιτο ανταγωνισμό
Η προμήθεια ζωοτροφών έχει πυροδοτήσει μια διαρκή και κλιμακούμενη κρίση στον κτηνοτροφικό κλάδο, ενώ η παρατηρούμενη αύξηση των δεικτών κόστους στον κλάδο έχει επιπτώσεις και στην παραγωγή προϊόντων ζωικής προέλευσης.
Έτσι, η κατάσταση όπως έχει διαμορφωθεί ενεργοποίησε τα αντανακλαστικά της Επιτροπής Ανταγωνισμού, η οποία ξεκινά χαρτογράφηση του κλάδου, με σκοπό τη διερεύνηση και την εμβάθυνση στις συνθήκες ανταγωνισμού, που επικρατούν.
Να σημειωθεί ότι σύμφωνα με την Eurostat, στην Ελλάδα τόσο ο δείκτης τιμών σύνθετων ζωοτροφών όσο και ο δείκτης κτηνιατρικών δαπανών παρουσιάζουν αυξητική τάση από το 2020 και μετά. Ειδικότερα, στις σύνθετες ζωοτροφές καταγράφεται μια αύξηση που αγγίζει το 33% μεταξύ 2020 έως 2023, ενώ συνολικά στις ζωοτροφές καταγράφεται αύξηση κατά 38,13%.
Ανθή Γεωργίου (ot.gr)