Κομματικές οργανώσεις Ελασσόνας του ΚΚΕ: Πλήρης ημερών έφυγε από τη ζωή ο σύντροφος Νίκος Χαρχαρίδης, ένας συνεπής μαχητής στον αγώνα για το δίκιο του λαού μας
Πλήρης ημερών έφυγε από τη ζωή ο σύντροφος Νίκος Χαρχαρίδης, ένας συνεπής μαχητής στον αγώνα για το δίκιο του λαού μας.
Ο Νίκος Χαρχαρίδης γεννήθηκε το 1933 στην Ελασσόνα και ήταν το τρίτο παιδί της οικογένειας του Παύλου και της Χαρίκλειας Χαρχαρίδη. Μιας προσφυγικής οικογένειας από το χωριό Ματζικέρτ, της περιοχής Καρς του Καυκάσου, μία από τις τριάντα περίπου οικογένειες που εγκαταστάθηκαν στην Ελασσόνα, ενώ η πλειοψηφία τους εγκαταστάθηκε και ίδρυσε την Ολυμπιάδα το 1923.
Βιώνει τις κακουχίες της εποχής, με όλη την οικογένεια του να ρίχνεται στη βιοπάλη. Ο πατέρας του Παύλος, αγωγιάτης, με το ξέσπασμα του πολέμου και κατά τη διάρκεια της κατοχής, συμβάλλει στον απελευθερωτικό αγώνα, συμμετέχει και βοηθά καθοριστικά τις ΕΑΜικές αντιστασιακές οργανώσεις.
Το σπίτι τους, στην κυριολεξία κάτω από την μύτη των Γερμανών και των Ιταλών, καθώς βρισκόταν απέναντι από τα σπίτια που κατέλαβαν και αξιοποίησαν ως διοικητήρια οι κατακτητές, μετατρέπεται σε γιάφκα, όπου εκεί συγκεντρώνονται τρόφιμα για τους εξόριστους κομμουνιστές και κρύβονται οι αγωνιστές, τα στελέχη του ΚΚΕ από την περιοχή της Ελασσόνας, όπως ο Θωμάς Παπακωνσταντίνου, ο Γιάννης Ταμουρίδης, ο Θεόφιλος Χατζημιχάλης και άλλοι πολλοί.
Η οικογένεια του Παύλου Χαρχαρίδη είχε πολύ μεγάλη προσφορά τόσο στην Εθνική Αντίσταση, όσο και στον αγώνα του Δ.Σ.Ε. Μετά τη συμφωνία της Βάρκιζας που ξεκινάει το ανελέητο κυνήγι των αγωνιστών, στο σπίτι τους, στο οποίο ακόμα κρύβονταν τα στελέχη του ΚΚΕ, του ΕΑΜ, του ΕΛΑΣ, έρχονταν κάθε μέρα οι ταγματασφαλίτες και τους απειλούσαν για τη ζωή τους, όπως θυμόταν ο σύντροφος Νίκος- μικρό παιδί τότε.
Σε αυτό το τρομοκρατικό κλίμα και το συνεχές κυνηγητό, ο μεγάλος αδελφός του Νίκου, ο Χαράλαμπος, 18 χρονών παληκάρι, φεύγει και βγαίνει στο βουνό, κατατάσσεται στον Δ.Σ.Ε. μαζί με χιλιάδες άλλους και άλλες αγωνιστές και αγωνίστριες που σμίγουν στα γνώριμα αντάρτικα λημέρια. Στη μάχη στο Μάλι-Μάδι τραυματίζεται για τρίτη φορά από βλήμα στη σπονδυλική στήλη, που του αφήνει παραλυσία και έπειτα περνάει και φιλοξενείται στην Ουγγαρία ως πολιτικός πρόσφυγας.
Ο ίδιος ο πατέρας του Νίκου συλλαμβάνεται το 1946 μαζί με άλλους Ελασσονίτες γιατί συνέβαλαν με οικονομικές συνδρομές στο ΚΚΕ, περνάει στρατοδικείο, στέλνεται εξορία στο Τρίκερι και έπειτα στη Μακρόνησο, από όπου γυρνάει το 1949, όντας μεγάλος σε ηλικία, χωρίς να υπογράψει δήλωση μετανοίας.
Μέσα σε αυτές τις συνθήκες, της θυελλώδους δεκαετίας του 1940, διαμορφώνεται και ο χαρακτήρας του συντρόφου Νίκου Χαρχαρίδη. Το 1952 μετακομίζουν και έρχονται στο σπίτι που έζησαν μέχρι το τέλος της ζωής τους. Το 1955 παντρεύεται τη σύντροφο της ζωής του Χρυσούλα, κάνουν οικογένεια και αποκτούν τον Παύλο, τη Χαρούλα και τον Μπάμπη. Τη δεκαετία του 1950 το σπίτι του Νίκου εξακολουθούσε να βιώνει τη βία και την τρομοκρατία του μετεμφυλιακού καθεστώτος, με τη γυναίκα του Χρυσούλα να θυμάται να τους απειλούν χτυπώντας με ξύλα τα παράθυρα και τις πόρτες του σπιτιού τους.
Ο σύντροφος ο Νίκος δεν λύγισε. Σταθερά στο πλευρό του ΚΚΕ, την περίοδο της παρανομίας μέσα από τις οργανώσεις και τους αγώνες της ΕΔΑ, δραστήριος πολιτικά, ανήσυχος για τον τόπο του, εκλέγεται δημοτικός σύμβουλος την περίοδο 1964-1967 (ο τελευταίος που ήταν εν ζωή από αυτή την περίοδο) επί δημαρχίας Χρήστου Βλαχοδήμου και την περίοδο 1975-1982.
Μετά το 1974 οργανώνεται στο ΚΚΕ και παλεύει στην πρώτη γραμμή για τα προβλήματα των βιοπαλαιστών αγροτών. Αγροτοσυνδικαλιστής, μπροστάρης στα μπλόκα και τις κινητοποιήσεις των αγροτών, διετέλεσε πρόεδρος των Αγροτικών Συλλόγων Επαρχίας Ελασσόνας από το 1980 ως το 1986 και μέλος της Διοίκησης της Ένωσης Αγροτικών Συλλόγων Ν. Λάρισας.
Σκληρά δουλεμένος, πρόκοψε με τα χέρια του και τον ιδρώτα του στα χωράφια του, ακούραστος μέχρι τα γεράματα, όσο άντεχαν οι δυνάμεις του. Ευθύς, καθαρός και σκληρός χαρακτήρας, με συνέπεια λόγων και έργων. Ανοιχτόκαρδος, φιλόξενος, ιδιαίτερα αγαπητός σε αυτούς που τον γνώρισαν από κοντά.
Πάντα ανησυχούσε για το πως τα πάμε, ρωτούσε για τις δραστηριότητες του Κόμματος, της ΠΕΑΕΑ-ΔΣΕ. Ήθελε πάντα να κάνεις κάτι για την υπόθεση του αγώνα μας και συνέβαλε όλα τα χρόνια και στην οικονομική στήριξη του Κόμματος. Δεν θα ξεχάσουμε την πολύτιμη προσφορά του.
Οι σύντροφοί σου σε αποχαιρετούν με βαθιά ευγνωμοσύνη και συγκίνηση. Και με την υπόσχεση να συνεχίσουν με μεγαλύτερο πείσμα και δύναμη το καθήκον μας, στην πάλη για το δίκιο της εργατικής τάξης και του λαού μας, για όλα όσα και εσύ παλέψες στη ζωή σου.
Στα παιδιά σου, στα εγγόνια σου και στους υπόλοιπους συγγενείς σου, εκφράζουμε τα θερμά μας συλλυπητήρια.