Όπως είναι γνωστό, στις 6 Οκτωβρίου του 1912 ελευθερώθηκε η Ελασσόνα και τα υπόλοιπα χωριά της επαρχίας από τον τουρκικό ζυγό.
Μεταξύ των πόλεων και κωμοπόλεων που απελευθερώθηκαν ήταν και η Βερδικούσια, η οποία μέχρι την 5η Οκτωβρίου του 1912 θεωρούνταν και ήταν παραμεθόριο χωριό, αφού από εκεί περνούσαν τα ελληνοτουρκικά σύνορα και η Βερδικούσια ήταν μέσα σε τουρκικό έδαφος.
Στη θέση «Μαμαλή» και σε υψόμετρο 1.430 μέτρων υπήρχε και υπάρχει ακόμη τουρκικό φυλάκιο (Καζάρμα) από το οποίο οι Τούρκοι ήθελαν να ελέγχουν τα περάσματα των Ελλήνων. Τα σύνορα αυτά χαράχθηκαν το 1881 και επαναχαράχθηκαν το 1897.
ΤΟΥΡΚΙΚΟΣ ΣΤΡΑΤΟΣ ΣΤΗ ΒΕΡΔΙΚΟΥΣΙΑ
Το 1904 έφθασε στη Βερδικούσια ένας τουρκικός λόχος με 150 στρατιώτες με επικεφαλής τον λοχαγό Γιούζμπαση. Αυτός επίταξε τα σπίτια των Τσακνακαίων στη θέση «Καραούλι», το Δημοτικό Σχολείο, αλλά και άλλα σπίτια που ήταν γύρω από την εκκλησία του Ι.Ν. Προφήτη Ηλία.
Στη θέση «Κισλά» έχτισαν τουρκικό σύγχρονο στρατώνα 150 τ.μ. Οι εργασίες άρχισαν το 1904 και τελείωσαν το 1906. Αρμόδιος για την κατασκευή των στρατώνων ήταν Γερμανός πολιτικός μηχανικός με υπόδουλους Έλληνες εργατοτεχνίτες.
Οι Τούρκοι παρέμειναν στη Βερδικούσια μέχρι τις 5 Οκτωβρίου του 1912. Η συμπεριφορά τους στους κατοίκους του χωριού στην αρχή ήταν φιλική. Ο δε λοχαγός τους, ο Γιούζμπασης, ήταν ευγενικός και εδέχετο συχνά στο γραφείο του τους προύχοντες του χωριού, τους οποίους κερνούσε καφέ και τσιγάρο. Αργότερα και όσο πλησίαζε ο πόλεμος το 1912 οι Τούρκοι έγιναν εχθρικοί προς τους κατοίκους του χωριού.
Τα έτη 1911-1912 οι Τούρκοι άλλαξαν συμπεριφορά. Εξαγριώθηκαν και φανέρωσαν τον βαρβαρισμό, την ατιμία και την ανηθικότητά τους. Βλέποντας οι κάτοικοι του χωριού την παραπάνω συμπεριφορά, έπαιρναν κι αυτοί τα κατάλληλα μέτρα.
Στις γεωργοκτηνοτροφικές τους εργασίες μαζεύονταν πολλοί και συνεργάζονταν σαν συνέταιροι για να διαφυλάξουν την τιμή και την υπόληψή τους, ιδίως των γυναικών.
Η ΜΕΓΑΛΗ ΦΥΓΗ ΤΩΝ ΤΟΥΡΚΩΝ
Η απότομη αλλαγή των Τούρκων άρχισε να γίνεται αισθητή, καθώς πλήθαιναν οι πληροφορίες πως οι Έλληνες των ελεύθερων εδαφών ετοιμάζονταν να εκδιώξουν τους Τούρκους και να ελευθερώσουν τη Βερδικούσια και τα υπόλοιπα εδάφη της Θεσσαλίας, της Μακεδονίας και των νησιών του Αιγαίου.
Και σαν ήρθε η ευλογημένη ώρα, έγιναν όλως όπως έπρεπε.
Ο Γιουζμπάσης πληροφορήθηκε έγκαιρα πως έσπασαν οι τουρκικές γραμμές στη Μελούνα και πως τα ελληνικά στρατεύματα θα είχαν φθάσει στο χωριό Βλαχογιάννι το πρωί στις 5 Οκτώβρη του 1912. Το βράδυ της 4ης Οκτώβρη, προκειμένου να διασφαλίσει τη σωστή υποχώρηση του λόχου του, κάλεσε τους προύχοντες του χωριού στον στρατώνα του με δόλιο τρόπο, φοβούμενος τοπική εξέγερση των κατοίκων. Τους κλείδωσε μέσα και μάζεψε τους άνδρες του κι έφυγε ολοταχώς προς το Σαραντάπορο, όπου θα συναντούσε τα άλλα τουρκικά στρατεύματα, που υποχωρούσαν άτακτα από Μελούνα και Ελασσόνα.
Ένας Τούρκος Αγάς ο οποίος προερχόμενος από παραμεθόριο τουρκικό φυλάκιο, δεν γνώριζε πως ο τουρκικός λόχος είχε φύγει από το χωριό, κατευθυνόταν αμέριμνος προς Βερδικούσια, για να τους συναντήσει. Όταν έφτασε κοντά στο χωριό τον αντελήφθησαν οι Βερδικουσιώτες και τον κυνήγησαν κοντά στον αρχαιολογικό χώρο «Παλιάσκια», τον πρόφτασαν και τον σκότωσαν. Από τότε το σημείο αυτό ονομάζεται «στου Αγά».
Επίσης άλλο ένα γεγονός που μνημονεύεται στα ιστορικά αρχεία της κοινότητας Βερδικούσιας αποδεικνύει τον πανικό των Τούρκων, όταν πληροφορήθηκαν πως έρχεται ο ελληνικός Στρατός. Την παραμονή της κήρυξης του πολέμου του 1912 ο Λοχαγός Γιούζμπασης έστειλε δύο Τούρκους στρατιώτες, εντελώς αυθαίρετα και επιτακτικά να επιτάξουν όλα τα ζώα (μουλάρια, γαϊδούρια, άλογα) των αφών Πετράκη για να μεταφέρουν το πολεμικό υλικό από τις αποθήκες των τουρκικών στρατώνων της Βερδικούσιας, σε άλλο πιο ασφαλές σημείο προς τα Σέρβια Κοζάνης.
Οι αδελφοί Πετράκη, Κωνσταντίνος, Αθανάσιος και Ιωάννης ζήτησαν από τους δύο Τούρκους στρατιώτες 1/5 λίρα Τουρκίας (μετζήτι) για κάθε ζώο. Οι Τούρκοι δεν συμφώνησαν αρχικά και άρχισαν τα παζάρια, προκειμένου να βρεθεί συμβιβαστική λύση στο θέμα.
Οι αφοί Πετράκη, που αντιλήφθηκαν τις προθέσεις των τούρκων, γνώριζαν πολύ καλά, πως καμία συμφωνία δεν είχε ισχύ μαζί τους και ότι τα ζώα τους θα τους τα έπαιρναν έτσι κι αλλιώς. Γι’ αυτό και αντέδρασαν γρήγορα. Αφού συνέλαβαν πρώτα τον αρχαιότερο Τούρκο ως αιχμάλωτο, ο δεύτερος δείλιασε, δεν προέβαλε καμία αντίσταση και παραδόθηκε από μόνος του. Τότε τα τρία αδέρφια αψηφώντας τους όποιους κινδύνους, εξετέλεσαν με αξίνες τους δύο Τούρκους στρατιώτες και εξαφάνισαν τα πτώματά τους, όπως εξαφανίσθηκαν και οι ίδιοι.
Οι υπόλοιποι Τούρκοι στρατιώτες του λόχου, όταν είδαν πως οι συνάδελφοί τους δεν εμφανίσθηκαν στους στρατώνες με τα κατασχεθέντα ζώα, έστειλαν ολόκληρο στρατιωτικό τμήμα για να τους βρουν, αλλά δεν βρήκαν κανένα ίχνος των δύο στρατιωτών, αλλά ούτε και τους αδελφούς Πετράκη με τα ζώα τους.
Εις αντίποινα, οι Τούρκοι συνέλαβαν δύο γεωργούς Βερδικουσιώτες, ως ομήρους, τον Αθανάσιο Γκαραβέλη και τον Δημήρη Τέγο, τους οποίους οδήγησαν στις φυλακές των Σερβίων. Κατά τη μάχη του Σαρανταπόρου, την ώρα που εκκένωναν τις φυλακές οι Τούρκοι, πυροβόλησαν εν ψυχρώ τους δύο Βερδικουσιώτες κρατούμενους.
Ο Αθανάσιος Γκαραβέλης εφονεύθη επί τόπου. Ο Δημήρης Τέγος που πληγώθηκε βαριά στο πόδι, παρέμεινε ακίνητος στο έδαφος, προφασιζόμενος τον πεθαμένο. Γλίτωσε και επέζησε. Στη συνέχεια επέστρεψε στη Βερδικούσια και πέθανε το 1933.
Η ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ ΤΗΣ ΒΕΡΔΙΚΟΥΣΙΑΣ
Όπως προκύπτει από τα επίσημα στοιχεία του Γενικού Επιτελείου Στρατού, Διεύθυνση Ιστορίας Στρατού, το Υπουργείο Στρατιωτικών γνώρισε τηλεγραφικώς, από τις 4 Οκτωβρίου στους αρχηγούς των Στρατών Θεσσαλίας και Ηπείρου, ότι οι επιχειρήσεις θα άρχιζαν από το πρωί της επόμενης ημέρας (5ης Οκτωβρίου 1912).
Ο αρχηγός του Στρατού Θεσσαλίας, έχοντας εξουσιοδοτηθεί από την κυβέρνηση να αρχίσει τις επιχειρήσεις, από το πρωί της 5ης Οκτωβρίου, εξέδωσε τις απογευματινές ώρες της 4ης Οκτωβρίου, Γενική Διαταγή επιχειρήσεων, με την οποία καθόριζε, ότι ο Στρατός, προελαύνοντας από το πρωί της 5ης Οκτωβρίου, θα έφθανε κατά την ημέρα αυτή, μέχρι τη γραμμή που στοιχίζεται από τα χωριά Λυγαριά Τυρνάβου – Λεύκη – Δομένικο – Βερδικούσια και Φωτεινό Τρικάλων.
Η Ταξιαρχία Ιππικού θα προωθούνταν στην κοιλάδα του Τιταρήσιου ποταμού, μέχρι τη γραμμή που στοιχίζεται από τα χωριά Δομένικο, Πραιτώρι.
Σύμφωνα με τη διαταγή επιχειρήσεων, ο ελληνικός Στρατός, άρχισε την προέλαση της 5ης Οκτωβρίου, πέρα από τα σύνορα στη Θεσσαλία. Η IV Μεραρχία προέλασε σε δύο φάλαγγες. Η μία αριστερά με κατεύθυνση τα χωριά Φαρκαδώνα, Μεγάλο Ελευθεροχώρι, προς Βλαχογιάννι, και η άλλη δεξιά με κατεύθυνση τα χωριά Ζάρκος προς Βλαχογιάννι.
Η Μεραρχία, αφού συνέτριψε ασθενή αντίσταση μικρών τουρκικών τμημάτων, πριν και μετά το Μικρό Ελευθεροχώρι, το βράδυ έφτασε και στάθμευσε στα χωριά Ελευθεροχώρι, Βλαχογιάννι. Τμήματα ασφαλείας εγκαταστάθηκαν στο χωριό Μεσοχώρι μέχρι τον Τιταρήσιο ποταμό. Οι απώλειες της Μεραρχίας ήταν 4 οπλίτες τραυματίες.
Η Ταξιαρχία Ιππικού κινήθηκε από το χωριό Φαρκαδώνα προς το χωριό Ελευθεροχώρι, και από εκεί προς τα χωριά Βλαχογιάννι – Πραιτώρι. Στο χωριό Πραιτώρι έφτασε τις απογευματινές ώρες, όπου και στάθμευσε, αφού εγκατέστησε τμήματα ασφαλείας, βόρεια και δυτικά του χωριού. Οι απώλειες της Ταξιαρχίας, κατά την ημέρα αυτή, ήταν ένας οπλίτης νεκρός.
Για την επόμενη ημέρα (6η Οκτωβρίου), το Γενικό Στρατηγείο εξέδωσε από το μεσημέρι διαταγή, προς το απόσπασμα Ευζώνων Γεννάδη, να κατευθυνθεί προς Δεσκάτη και να καταλάβει τον αυχένα μεταξύ των χωριών Παρασκευή και Δεσκάτη. Και προς την Ταξιαρχία Ιππικού, να προελάσει από το πρωί της 6ης Οκτωβρίου και ώρα 07.00 από το χωριό Βερδικούσια, προς τη Δεσκάτη και να συνδράμει τον αγώνα του αποσπάσματος Ευζώνων.
Άρα αυτό σημαίνει πως η Βερδικούσια ελευθερώθηκε από την Ταξιαρχία Ιππικού το βράδυ της 5ης Οκτωβρίου.
Το απόγευμα της 5ης Οκτωβρίου 1912, ο ελληνικός Στρατός που μπήκε θριαμβευτικά στη Βερδικούσια, δεν συνάντησε καμία εχθρική αντίσταση. Μαζί με τους ντόπιους κατοίκους, απελευθέρωσαν και τους φυλακισμένους προύχοντες του χωριού και όλοι μαζί γιόρτασαν την απελευθέρωση της Βερδικούσιας από τους Τούρκους, έπειτα από 500 χρόνια μικρής σκλαβιάς.
Υ.Γ. Στο άρθρο παρατίθενται μαρτυρίες και έγγραφα από τα Αρχεία του Γενικού Επιτελείου Στρατού, της κοινότητας Βερδικούσιας και Βερδικουσιωτών συγγραφέων: Δημητρίου Ι. Σάκκα, Χρήστου Κ. Καφφέ, Ηλία Π. Τσακνάκη, Αικατερίνης Β. Οικονόμου, Θανάση Αστ. Δήμιου και του εκδότη του Θεσσαλικού Ημερολογίου Κώστα Σπανού.
*Από τον Θανάση Αστερίου ΔήμκοΕπιμέλεια δημοσίευσης: Α.Ν